αξιοσκεπτος

αξιοσκεπτος
    ἀξιόσκεπτος
    ἀξιό-σκεπτος
    2
    заслуживающий рассмотрения Xen.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "αξιοσκεπτος" в других словарях:

  • αξιόσκεπτος — ἀξιόσκεπτος, ον (Α) ο υπολογίσιμος. [ΕΤΥΜΟΛ. < άξιος + σκεπτός < σκέπτομαι (πρβλ. άσκεπτος, εύσκεπτος κ.ά.)] …   Dictionary of Greek

  • ἀξιόσκεπτα — ἀξιόσκεπτος worth considering neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • άξιος — Ποταμός τηςΜακεδονίας με συνολικό μήκος 410 χλμ., από τα οποία τα 80 βρίσκονται σε ελληνικό έδαφος, και λεκάνη απορροής 22.250 τ. χλμ., από τα οποία 2.300 βρίσκονται σε ελληνικό έδαφος. Πηγάζει από το όρος Σκάρδος, στα Α των συνόρων Αλβανίας και… …   Dictionary of Greek

  • αξιο- — (AM ἀξιο ). [ΕΤΥΜΟΛ. < άξιος. Χρησιμεύει ως α συνθετικό πολλών λέξεων της αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας Ελληνικής και σημαίνει τον άξιο γι αυτό που δηλώνει το β συνθετ. της λέξης. Πρβλ. αξιόλογος, αξιοπρεπής αρχ. αξιόσκεπτος, αξιόχρεως αρχ.… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»